γραμματικήν

γραμματικήν
γραμματικός
knowing one's letters
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • PARNASSUS — I. PARNASSUS mons Phocidis, ubi plurima et laudatissima Laurus, hodie Liacura, Sophian. Apollini et Musis facer, 2. vertices habens, quorum unum Tithorea vocari, alterum Hyampeum, anthor est Herodotus. Cithaeron autem et Helicon, quos Servius… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • грамотики˫а — ГРАМОТИКИ|˫А (7*), Ѣ ( ˫А) с. γραμματική 1.Искусство читать и писать, грамота: и вдасть себе [Феодосий] на ѹчениѥ бж(с)твьныхъ книгъ. ѥдиному ѿ ѹч҃тль. и въ скорѣ извыче вс˫а граматики˫а. и ѩко же всѣмъ чюдитис˫а о премѹдрости и разѹмѣ дѣтища.… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • επιφθέγγομαι — ἐπιφθέγγομαι (Α) 1. μιλώ μετά από κάποιον ή σε συμφωνία με κάποιον («ἐγώ δ’ ἐπιφθέγγομαι κεκλαυμένα», Αισχύλ.) 2. εκφέρω κάτι συγχρόνως ή σε σχέση με κάτι («ἐπεφθέγγετο τὰς νενομισμένας... φωνάς», Πλούτ.) 3. λέω, αποφαίνομαι επί πλέον («μίαν ἐπ’… …   Dictionary of Greek

  • μερισμός — ο (ΑM μερισμός) [μερίζω] 1. μοίρασμα, μοιρασιά, διανομή 2. διχοτόμηση, χωρισμός στα δύο 3. κατανομή, καταμερισμός 4. (λογ.) φρ. «μερισμός αντίφασης» καθορισμός τών στοιχείων αντιφάσεως, διαίρεση σε αντιφατικές προτάσεις ή έννοιες νεοελλ. μσν.… …   Dictionary of Greek

  • πολύχρηστος — ον, ΜΑ αυτός που είναι πολύ χρήσιμος, πολύ ωφέλιμος («τὴν μὲν γραμματικὴν καὶ γραφικὴν ὡς χρησίμους πρὸς τὸν βίον οὔσας καὶ πολυχρήστους», Αριστοτ.) αρχ. το ουδ. ως ουσ.τὸ πολύχρηστον η πολυχρηστία*. επίρρ... πολυχρήστως κατά πολύχρηστο τρόπο.… …   Dictionary of Greek

  • συνεκφαντικός — ή, όν, Α [συνεκφαίνω] αυτός που δηλώνει από μόνος του και κάτι άλλο («εἴδη τοῡ κτητικοῡ τρία... συνεκφαντικὸν τὸ συνεκφαῑνόν τι μεθ ἑαυτοῡ οἷον γραμματικός συνεκφαίνει γὰρ τὴν γραμματικήν», Μέγα Ετυμολογικόν) …   Dictionary of Greek

  • Απολλινάριος — Όνομα χριστιανών επισκόπων. 1. Α. ο Ιεραπόλεως (2ος αι. μ.Χ.). Επίσκοπος της Ιεράπολης, πόλης της Φρυγίας.Έγραψε πάρα πολλά βιβλία, από τα οποία όμως σώζονται μόνο οι τίτλοι και από αυτούς όχι όλοι. Απηύθυνε απολογητική προς τον αυτοκράτορα Μάρκο …   Dictionary of Greek

  • Βαρθολομαίος — I (εβρ. Βαρ θολόμ, δηλαδή γιος του Θολομαίου). Ένας από τους δώδεκα αποστόλους, ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Ναθαναήλ και ένας από τους πρώτους μαθητές του Χριστού. Η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει τίποτα για την αποστολική δράση του Β. Κατά τον… …   Dictionary of Greek

  • Νικήτας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Γότθος ευγενής, που καταγόταν από την Π/Λέρα από τον Ίστρο περιοχή. Μαρτύρησε στη φωτιά, έπειτα από διαταγή του άρχοντα των Γότθων Αθανάριχου, επί εποχής του Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

  • Παχώμιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ασκήτεψε μαζί με τους Ιλαρίωνα και Μάμα. Η μνήμη τους τιμάται στις 6 Μαΐου. 2. Μοναχός του Αγίου Όρους. Μαρτύρησε στο Ουσάκι της Φιλαδέλφειας, όπου αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους (1730). 3.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”